ίλιον

ίλιον
Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Προϊστορική πόλη της Μικράς Ασίας, στη βορειοδυτική της χερσόνησο, πρωτεύουσα της Τρωάδας, γνωστή κυρίως ως Τροία (βλ. λ.). 2. Μικρή παράλια πόλη, που χτίστηκε κοντά στο προϊστορικό Ίλιον από τον Μέγα Αλέξανδρο και ανοικοδομήθηκε αργότερα από τον Καίσαρα. Σώζονται ερείπιά της. 3. Μικρασιατική πόλη στις εκβολές του ποταμού Ρυνδάκου, κοντά στην Προποντίδα. 4. Πόλη κοντά στη Βιζύη της Θράκης. 5. Πόλη στη Μακεδονία. 6. Πόλη της Ηπείρου, κοντά στις Φιλιάτες.
* * *
ἴλιον, τὸ (Α)
(κατά τον Ησύχ.)
1. «ἴλιον
τὸ τῆς γυναικός ἐφήβαιον δηλοῑ καὶ κόσμον γυναικεῑον παρὰ Κῴοις»
2. στον πληθ. «ἴλια
μόρια γυναικεῑα».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. με σημ. «τὸ τῆς γυναικὸς ἐφήβαιον» αποτελεί μάλλον δάνειο από τη λατ. λ. ilia, -um, ενώ με τη σημ. «κόσμημα γυναικείο» είναι δυνατόν να συνδέεται με το ρ. εἰλῶ «στρέφω» και να αναφέρεται σε είδος βραχιολιού ή περιδεραίου].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ἴλιον — Ilium neut nom/voc/acc sg Ἴ̱λιον , Ἴλιος Ilium fem acc sg Ἴλιος Ilium masc acc sg Ἴλιος Ilium neut nom/voc/acc sg Ἴλιος Ilium masc/fem acc sg Ἴλιος Ilium neut nom/voc/acc sg Ἴλιος Ilium neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ίλιον — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Προϊστορική πόλη της Μικράς Ασίας, στη βορειοδυτική της χερσόνησο, πρωτεύουσα της Τρωάδας, γνωστή κυρίως ως Τροία (βλ. λ.). 2. Μικρή παράλια πόλη, που χτίστηκε κοντά στο προϊστορικό Ίλιον από τον Μέγα Αλέξανδρο και… …   Dictionary of Greek

  • Νέα Λιόσια (Ίλιον) — Δήμος (80.859 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αττικής, του νομού Δυτικής Αττικής. Τμήμα του οικισμού Νέα Λιόσια (Ίλιον), στη δυτική Αττική …   Dictionary of Greek

  • Ἰλίου — Ἴλιον Ilium neut gen sg Ἰ̱λίου , Ἴλιος Ilium fem gen sg Ἴλιος Ilium masc/neut gen sg Ἴλιος Ilium masc/fem/neut gen sg Ἴλιος Ilium neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἰλίων — Ἴλιον Ilium neut gen pl Ἰ̱λίων , Ἴλιος Ilium fem gen pl Ἴλιος Ilium fem gen pl Ἴλιος Ilium masc/neut gen pl Ἴλιος Ilium masc/fem/neut gen pl Ἴλιος Ilium neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἰλίῳ — Ἴλιον Ilium neut dat sg Ἰ̱λίῳ , Ἴλιος Ilium fem dat sg Ἴλιος Ilium masc/neut dat sg Ἴλιος Ilium masc/fem/neut dat sg Ἴλιος Ilium neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἴλια — Ἴλιον Ilium neut nom/voc/acc pl Ἴλιος Ilium neut nom/voc/acc pl Ἴλιος Ilium neut nom/voc/acc pl Ἴλιος Ilium neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Troy — For other uses, see Troy (disambiguation). See also: Troad Coordinates: 39°57′27″N 26°14′20″E / 39.9575°N 26.23889°E …   Wikipedia

  • Ilio, Greece — Ilion Ίλιον Location …   Wikipedia

  • Илион — (τό Ίλιον и ή Ίλιος) знаменитый по гомеровским поэмам город в Малой Азии. Слава И. уже в древности заставляла не только отдельных лиц, но и целые народы (персы, римляне) относиться с почти религиозным благоговением к тому месту, где он, по… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”